Συνέντευξη με την ηθοποιό και ερμηνεύτρια Ελεάννα Φινοκαλιώτη
5 Οκτωβρίου 2016
Συνέντευξη με την Βάνα Πεφάνη
6 Οκτωβρίου 2016
Προβολή όλων

Κριτική της παράστασης “Να με Θυμάσαι”


Γράφει η θεατρολόγος Ελένη Αναγνωστοπούλου

Και οι 5 είναι άξιες και ικανές. Για αυτό και έγραψαν ιστορία. “Να με θυμάσαι” στο θέατρο Underground.

Η παράσταση ”Να με θυμάσαι” ξεκίνησε την πρεμιέρα της στις 3 Οκτωβρίου και αφιερώθηκε στη μνήμη της Σοφίας Ρούμπου. Ο τίτλος της παράστασης εμπεριέχει κάτι από παράκληση. Μπορεί να ερμηνευτεί και διαφορετικά: “Μην με ξεχάσεις”. Άλλωστε, οι 5 γυναικείες φιγούρες, η καθεμία με την προσωπική της ιστορία, έρχεται να το επιβεβαιώσει.

Η σκηνοθετική σύλληψη βασίζεται στο θέατρο δωματίου. Το θέατρο δωματίου προαπαιτεί κλειστό χώρο. Εκεί, δίνεται έμφαση στη θεατρική φιγούρα, στην υποκριτική αυτή καθαυτή. Ξεκινάμε την περιπλάνηση μας στο πρώτο δωμάτιο. Σημειολογικά, βλέπουμε το πάτωμα να είναι καλυμμένο από λογιών λογιών εφημερίδες και φυλλάδες της εποχής καθώς επίσης και ντοσιέ. Συναντάμε την Εύα Πρενάρ,μια από τις πρώτες γυναίκες δημοσιογράφους, το έτος 1887. Τη γλυκιά και ενθουσιώδη φυσιογνωμία της Εύας υποδύεται η Σοφία Μανωλάκου. Η ενδυμασία της έχει έναν αέρα αυστηρό που μαρτυράει τις επιταγές και τη νοοτροπία της εποχής. Στη συνέχεια, βλέπουμε τη Μαρία Κιουρί να κρατάει ένα βιβλίο-ημερολόγιο. Κάνει αφηγηματική αναδρομή στη ζωή της και συγκεκριμένα στα γεγονότα του παρελθόντος που τη σημάδεψαν. Το λευκό της φόρεμα υπογραμμίζει την αθωότητα η οποία έρχεται σε αντίθεση με αυτό που εκφράζει ο εσώτερος ψυχισμός της. Αυστηρό βλέμμα και ταυτόχρονα λυπημένο. Αυτό είναι το τίμημα για να φτάσει κανείς στην κορυφή; Μάλλον.

Στην επόμενη σκηνή εισαγόμαστε σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον. Με μια πρώτη ματιά βλέπουμε ένα χώρο εξαγνισμού. Η Ίντιρα Γκάντι κάθεται σε στάση περισυλλογής. Ο εξαγνισμός υποδηλώνεται με τα 3 λευκά κεριά που είναι αναμμένα καθ’όλη τη διάρκεια του μονολόγου. Υποδηλώνουν επιπρόσθετα και εδώ, μια χαμένη αθωότητα. Η εξιστόρηση της ζωής της είναι γροθιά στο στομάχι. Κάνει το θεατή να πλάσει εικόνες και να μπει σε διαδικασία να φανταστεί. Η αθωότητα χάνεται αργά και σταθερά. Είναι αποτέλεσμα μιας μεταβατικής διεργασίας που πρέπει να συντελεστεί ούτως ώστε να επιβιώσει σε μια κοινωνία με πατριαρχικές αντιλήψεις. Η Βάνα Πεφάνη, καθηλωτική ως Ίντιρα Γκάντι. Επιβλητικό βλέμμα και ήρεμη δύναμη. Στο κέντρο της σκηνής, εμφανίζεται μια νέα γυναίκα. Δεν μας αποκαλύπτει την ταυτότητα της. Παρεκτός, ότι αγαπάει τη θάλασσα. Είναι απλά ντυμένη. Είναι μια γυναίκα που ανήκει στη σύγχρονη εποχή. Την ηλικία της, τη λαμβάνει ως ορόσημο που της θυμίζει τον εκτιμώμενο χρόνο ζωής που της απομένει. Δεν υπάρχει σημειολογία, μόνο έντονος φωτισμός. Αναφέρεται στις έννοιες της μετανάστευσης και της προσφυγιάς. Η Aurore Marion υποδύεται αυτή τη γυναίκα με λιτότητα και σταθερότητα.

Τέλος, βλέπουμε μια άλλη γυναίκα σε ένα άλλο δωμάτιο ξαπλωμένη και σκεπασμένη με μια καφέ κουβέρτα. Το καφετί χρώμα υποδηλώνει κάτι το σκοτεινό. Έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τα κόκκινα σκορπισμένα ροδοπέταλα. Η γυναικεία μορφή που κείται ξαπλωμένη είναι φοβισμένη. Ούτε εκείνη μας αναφέρει την ταυτότητα της. Διηγείται όμως τη θηριωδία του πολέμου και συγκεκριμένα της μάχης του Τάνενμπεργκ που έλαβε χώρα την 4η Αυγούστου 1914. Η εξέλιξη του μονολόγου γίνεται μέσα από τη φυλακή. Η γυναίκα λοιπόν συμβολίζει τη φυλακισμένη έννοια της ελευθερίας. Στον ορίζοντα, πλανάται ένα ευωδιαστό άρωμα: σανδαλόξυλο. Σημειολογικά, αυτό μπορεί να σημαίνει ότι τα ωραία πράγματα στη ζωή όπως είναι η φύση με τα ροδοπέταλα που χαρίζει τις όμορφες μυρωδιές, είναι πια χαμένα αφού επικρατεί η δίνη του πολέμου. Ότι είναι ορατά επί σκηνής μπορεί να σηματοδοτούν την ελπίδα που ακόμα δεν έχει χαθεί. Η Νικολίνα Μουαίμη κόβει κυριολεκτικά την ανάσα με την ερμηνεία της. Οι θεατές βρίσκονται σε εγρήγορση και παρακολουθούν το αγωνιώδες παραλήρημα της έκφρασης των λόγων που αναδύονται από το στόμα της.

Ευρηματική η σκηνοθετική αντίληψη της Βάνας Πεφάνη με το ζήτημα του κλειστού χώρου. Καθεμία από τις γυναίκες στέκεται άλλοτε μπροστά μας και άλλοτε δίπλα μας , περνώντας το μήνυμα ότι το γυναικείο φύλο είναι ιδιαίτερο άξιο και ικανό και το αποδεινύει σε κάθε περίπτωση και περίσταση. Τα κοστούμια της Άννας Μαχαιριανάκη βαδίζουν από το περίτεχνο και αυστηρό ύφος του 1880 στην απλότητα του 2010. Το μακιγιάζ του Αχιλλέα Χαρίτου φωτίζει έντεχνα τις ηρωίδες του Να με θυμάσαι. Η Έλενα Κοσμά μας ταξιδεύει με τη μουσική και τη μελωδική φωνή της σε εποχές για τις οποίες γνωρίζουμε μόνο διηγήσεις ή έχουμε ιστορικές πηγές.

Θερμά συγχαρητήρια σε όλη τη συγγραφική ομάδα που αποτύπωσε γλαφυρά την ευθραυστότητα της γυναικείας ψυχής.