Ο Αλέκος Συσσοβίτης είναι ένας ηθοποιός με αστείρευτο υποκριτικό ταλέντο. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Θεσσαλονίκη. Συνεργάστηκε με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος σε δυο παραστάσεις κατά το χρονικό διάστημα 2006-2008 και έχει στο ενεργητικό του πληθώρα συμμετοχών σε θέατρο και τηλεόραση. Αυτή τη περίοδο τον συναντάμε στην παράσταση “Αμάραντα” σε σκηνοθεσία Γιάννη Σκουρλέτη.
Ο Αλέκος Συσσοβίτης σε μια αποκλειστική συνέντευξη στο Τρίτο Κουδούνι και την Εύα Αγραφιώτη.
Ε.Α: Πως προέκυψε η συνεργασία σας με τον Γιάννη Σκουρλέτη;
Α.Σ: Πριν έξι χρόνια, εδώ στο Faust, ο Γιάννης Σκουρλέτης είχε κάνει μια παράσταση μουσικοθεατρική. Τότε μου είπε πως έπρεπε να συνεργαστούμε. Ο ένας παρακολουθούσε τον άλλο στα θεατρικά δρώμενα επί χρόνια, και τελικά πήραμε την απόφαση για τη συνεργασία μας. Θέλαμε να κάνουμε ένα θεατρικό έργο με ελληνικό χαρακτήρα, και έτσι μου έδωσε να μελετήσω το μονόπρακτο του Μάτεσι το «Φτερό». Με αφορούσε και με συγκίνησε ιδιαίτερα και με αυτό το έναυσμα δημιουργήθηκε το έργο «Αμάραντα»
Ε.Α: Πείτε μας λίγα λόγια για το έργο «Αμάραντα»
Α.Σ: Το έργο, όπως και ο Μάτεσις γράφει, ασχολείται περισσότερο με όσα απασχολούν την μικροαστική τάξη, ενώ καταγράφει μια κοινωνία που πονά. Το “Φτερό” είναι αυτούσιο. Η Γλυκερία Μπασδέκη ενσωμάτωσε κομμάτια από αυτό το μονόπρακτο, για να διαμορφώσει ένα ολόκληρο έργο. Πλησίασε τον Μάτεσι, γράφοντας σαν να είναι ο ίδιος, και τοποθέτησε μια τέταρτη περσόνα μέσα στο έργο, την Αντώνα, η οποία συμβολίζει την Ελλάδα που γεννιέται και ξαναπεθαίνει.
Ε.Α: Ο Μέμος είναι ο χαρακτήρας που υποδύεστε. Τι θέλει να μας πει αυτή η περσόνα;
Α.Σ: Είναι ένας γενναίος άνθρωπος που τολμά και συνεχίζει να πολεμά. Αφιέρωσε την καριέρα του στο να υποστηρίξει τον συνάδελφο του, ο οποίος εκτός αυτού ήταν η αδελφή ψυχή και το έτερον του ήμισυ. Πάλλεται ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο, αγαπάει δυνατά. Έρχεται αντιμέτωπος με το μίσος και την αγάπη. Χρεώνει την απώλεια του Στάμου σε όσα τον περιβάλλουν. Όταν χάνει τον Στάμο, νιώθει σαν να χάνει το ένα του πόδι, και έτσι ξεκινά να παίρνει θέση μέσα του η ανάγκη να εξιλεωθεί και να συνεχίσει μπροστά χωρίς να δειλιάζει.
Ε.Α: Παρατηρούμε την παράλληλη δράση της Αντώνας μέσα στο έργο, ποια είναι η συμβολή της;
Α.Σ: Καταγράφει έντονα τον Έλληνα. Η Γλυκερία Μπασδέκη ήθελε να γράψει ένα ρόλο για την Ελλάδα. Έτσι η Αντώνα ντύνει την ιστορία, είναι η Ελλάδα που είναι εφτάψυχη, που γεννιέται κάθε φορά μέσα από τις στάχτες της. Περιγράφει τις ιστορίες όλων των χαρακτήρων, είναι μια παρουσία, είναι ο καθρέφτης όλων των Ελλήνων.
Ε.Α: Κατά πόσο το έργο ανταποκρίνεται στην σημερινή πραγματικότητα;
Α.Σ: Το έργο ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και μιλά για το παρόν για το παρελθόν και για το μέλλον. Περιγράφει την κατάσταση των Ελλήνων, όπου κρύβει έναν υπέρμετρο εγωισμό ενός λαού που δεν έχει μάθει από τα λάθη του, και η ιστορία επαναλαμβάνεται, απλώς αλλάζουν τα ονόματα και οι εποχές. Λένε η φτώχεια φέρνει γκρίνια, έτσι είναι και η Ελλάδα σήμερα.
Ε.Α: Τελικά πόσο «Αμάραντος» είναι ο Μέμος στο έργο;
Α.Σ: Ο Μέμος βγαίνει στη σκηνή ενώ ξέρει πως θα οδηγηθεί στο θάνατο. Πρόκειται για ένα στοίχημα με το θάνατο. Έτσι, τον κερδίζει κρατώντας την ψυχή του ζωντανή, καθώς το σώμα είναι αυτό που χάνεται ενώ η ψυχή συνεχίζει να υπάρχει. Χρειάζεται να είμαστε Αμάραντοι στο θέμα του θανάτου. Χρειάζεται να χαιρόμαστε τη ζωή μας χωρίς “πρέπει”, γιατί αυτό το “πρέπει” βγάζει φόβο.