Ο Γρηγόρης Χαλιακόπουλος γεννήθηκε στα Φιλιατρά Μεσσηνίας και είναι συγγραφέας. Το 1994-1995 εξέδιδε την εφημερίδα «Αίσθηση λόγου και τέχνης», την πρώτη free press μέσα από την οποία προβλήθηκαν σπουδαίοι άνθρωποι της Επιστήμης, των Γραμμάτων και των Τεχνών. Το 1997, πρωτοδημοσίευσε στον Τύπο Αρχεία του Δρομοκαίτειου, της προ και μετακατοχικής περιόδου για όλους τους σπουδαίους ανθρώπους που έζησαν μέσα στο ψυχιατρείο όπως ο Γεώργιος Βιζυηνός, ο Ρώμος Φιλύρας, ο Γεράσιμος Βώκος, ο Νικόλαος Δραγούμης, ο Καμπάνης, ο Ίλβες, ο Κρυστάλλης και άλλοι πολλοί. Έχει κάνει έμμετρες διασκευές θεατρικών έργων όπως το «Παιχνίδι της Φαντασίας» του Κορνέιγ, ενώ το θεατρικό του έργο «Κοσμάς ο Αιτωλός» παίχτηκε το 2011 με το Δημήτρη Κωνσταντίνου και τη φωνή του αείμνηστου Χρήστου Τσάγκα. Κατά τα έτη 2012-2013, είχε μαζί με το Φίλιππο Περιστέρη τη ραδιοφωνική εκπομπή 902 παραστάσεις, κάθε Τετάρτη στο ραδιόφωνο του 902 αριστερά στα FM, παρουσιάζοντας τις καλύτερες θεατρικές παραστάσεις μαζί με τους δημιουργούς τους. Ενδεικτικά, αναφέρουμε κάποια έργα του: Η καρδιά του δότη, Πέθανα… αλλά σας βλέπω, Αγαπώ τη δυσλεξία σου, Το ταξίδι του Φερευντούν κλπ. Είναι ένας αξιόλογος άνθρωπος και μιλάει εφ’όλης της ύλης σε αυτή τη συνέντευξη.
Ο Γρηγόρης Χαλιακόπουλος σε μια αποκλειστική συνέντευξη στο Τρίτο Κουδούνι και στην Ελένη Αναγνωστοπούλου.
Ε.Α: Πρόσφατα, έχει κυκλοφορήσει το νέο σας μυθιστόρημα που φέρει τον τίτλο: «Το ανάθεμα». Θα ήθελα να μου πείτε δύο λόγια για αυτό.
Γρηγόρης: Το Ανάθεμα είναι ένα βιβλίο που γράφτηκε το 2015. Το βιβλίο αυτό αποτέλεσε την αιτία και την αφορμή για να μπορέσω να μιλήσω για κάποια πράγματα τα οποία έχουν σχέση με την υποκρισία των ανθρώπων σε μια σειρά τομής, για τη δαιμονοποίηση του έρωτα και για τη διαφορά μεταξύ δύναμης και εξουσίας. Όπου στο μεν πρώτο, όσον αφορά την υποκρισία, θίγω τα κακώς κείμενα μιας ολόκληρης πόλης, πολιτικά, κοινωνικά και οικογενειακά τα οποία τα αποκρύβουμε και πάντα αναζητούμε έναν αποδιοπομπαίο τράγο. Τον αποδιοπομπαίο τράγο τον «υποδύεται» η πρώην κωφάλαλη Μπία Πετρομιχάλη. Και τη λέω πρώην κωφάλαλη επειδή πρόκειται για σάτιρα, μαύρο χιούμορ. Κάποια στιγμή, βρίσκει την ακοή της και καταμαρτυρεί όλα όσα έβλεπε ενώ δεν μπορούσε να ακούσει και να μιλήσει. Όσον αφορά τη δαιμονοποίηση του έρωτα, εκεί όπως φαντάστηκα ότι θα έθιγε κάποιους αναγνώστες για το λόγο ότι έχουμε ακρωτηριάσει τα ένστικτά μας. Αυτή είναι μια καλή εκλογίκευση του ανθρώπου αλλά είναι καλός και ο σεβασμός πάνω στα ένστικτα. Έτσι λοιπόν ένας περίεργος, παράξενος για μενα «ηθικός» μανδύας που σκεπάζει την πλειονότητα των ανθρώπων με αποτέλεσμα να χάνουμε στιγμές απόλαυσης, πραγματικής ζωής και επικοινωνίας μεταξύ μας. Και το τρίτο βέβαια και κλείνω με αυτό όσον αφορά τα ερεθίσματα που δόθησαν είναι η διαφορά δύναμης και εξουσίας. Είναι άλλο το ότι η εξουσία προέρχεται από κάτι τρίτο προς εμάς, όπως τα χρήματα, μια θέση, μια προαγωγή, ένα διευθυντικό αξίωμα οτιδήποτε άλλο στα χέρια μας το οποίο προξενεί φόβο στους άλλους. Και η δύναμη δίνει στους άλλους, ικανοποίηση, ελπίδα και σε μας τους ίδιους , το πρόσωπό μας το φωτίζει γιατί είναι κάτι εσώτερο. Είναι η γνώση, η αυτοβεβαίωση, η αυτοσυνειδησία.
Ε.Α: Θα μπορούσαμε να σκιαγραφήσουμε τον πατέρα Ιερεμία ως μια μορφή Θεού τιμωρού;
Γρηγόρης: Ακριβώς. Είναι μια μορφή Θεού τιμωρού που όμως έτσι εμφανίζεται στους πολίτες αλλά στο τέλος τιμωρείται και αυτός γιατί παίρνει το ρόλο του Θεού ενώ δεν είναι Θεός. Πολύ σωστά το λες, ως μορφή Θεού τιμωρού αλλά δεν είναι ο ίδιος Θεός. Απλά δανείζεται τη θεική υπόσταση για να τρομοκρατήσει τους συμπολίτες του, ούτως ώστε να έχει την εξουσία. Στο τέλος πληρώνει το τίμημα των επιλογών του. Ο λόγος; Υπερέβη τα εσκαμμένα.
Ε.Α: Όσον αφορά τη Μπία Πετρομιχάλη, βλέπουμε ότι έρχεται σαν ένας άλλος Ιησούς ώστε να απαλλάξει τους συμπολίτες της από τις αμαρτίες τους. Γιατί επιλέγει να το κάνει αυτό;
Γρηγόρης: Η Μπία είναι μια γυναίκα ταλαιπωρημένη από οικογένεια. Είναι κωφάλαλη και εύκολο θύμα, όλοι τα ρίχνουν πάνω της. Όσα χρόνια δεν άκουγε και δεν μιλούσε, έβλεπε. Η γλώσσα των ματιών είναι πολύ ισχυρή. Έτσι, αποτύπωσε στη μνήμη της όλα τα κακά συμβάντα μιας ολόκληρης εποχής. Θέλοντας κάποια στιγμή να τα καταθέσει, βρήκε μέσα από τη δύναμη της ψυχής της τον τρόπο να φτάσει στο να μιλάει και να ακούει. Μην ξεχνάμε ότι το έργο είναι μια σάτιρα. Όταν μπόρεσε να μιλήσει, κανείς δεν φαντάστηκε ότι η Μπία θα κατέθετε δημόσια, σε μια πλατεία μιας πόλης, της φανταστικής Βαλεριάνας, τα πάντα για τους πολίτες της. Η Μπία τους έστησε στον τοίχο, χωρίς να βρίσει κανέναν.
Ε.Α: Στο «Ανάθεμα» περιγράφετε ποικίλες αντιδράσεις ατόμων ενώ παρακολουθούν την εξομολόγηση. Και όλοι έχουν κάτι κοινό: Δεν είναι αναμάρτητοι, εντούτοις αναθεματίζουν. Γιατί αντιδρούν κατ’ αυτό τον τρόπο;
Γρηγόρης: Αναθεματίζουν γιατί το πιο εύκολο πράγμα στη ζωή Ελένη, είναι να μη βλέπεις το δικό σου φορτίο το οποίο σέρνεις. Έχουμε λοιπόν μια ατέρμονη, ατέλειωτη κριτική αυτών που είναι πίσω μας, για την καμπούρα μας.
Ε.Α: Πρόκειται για κριτική ή για κουτσομπολιό;
Γρηγόρης: Εδώ είναι μια ειδοποιός διαφορά και χαίρομαι που το τοποθετείς. Η κριτική όταν καθίσταται κάτι που συζητείται με κρυψίνοια και δεν βγαίνει στην ευθεία γραμμή τότε είναι κουτσομπολιό. Πότε απαιτείται κριτική; Σε μια δημιουργία. Πάντα όμως με επιχειρήματα. Έχω γράψει ένα θεατρικό έργο που δεν έχει αναφερθεί ακόμα. Λέγεται «Το σεντόνι της Αστερέλλας» και είναι για μια κριτικό και μια ηθοποιό που συγκρούονται για το ποια από τις δύο έχει δίκιο. Όπου η κριτικός με την ηθοποιό βγάζουν τον εσώτερο κόσμο τους σ’αυτή την αντιπαράθεση. Τίθεται ένα τεράστιο θέμα, κατά πόσο πρέπει να γράψει κάποιος φιλικά για το φίλο ή αντικειμενικά.
Ε.Α: Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει μια σχετική κόντρα μεταξύ ηθοποιών και κριτικών.
Γρηγόρης: Μεγάλη. Υπάρχει γιατί κάποιοι λένε ότι οι κριτικοί θα ήθελαν να είναι στη σκηνή και κάποιοι ηθοποιοί υποστηρίζουν ότι δεν «πάνε» τους κριτικούς , ίσως γιατί ενδόμυχα θα ήθελαν και εκείνοι να κρίνουν. Οι αντιπαραθέσεις αυτές δεν είναι καθόλου τυχαίες. Δεν έχουν συμπτώσεις, έχουν αιτία.
Ε.Α: Να περάσουμε στην παράσταση «Ελευθέριος Βενιζέλος» που παρουσιάζεται στο θέατρο τέσσερις εποχές. Ποια είναι τα συστατικά στοιχεία που καθιστούν τον Βενιζέλο επιτυχημένο, κειμενικά;
Γρηγόρης: Το πρώτο θα έλεγα ότι είναι πως ανέλαβε την Ελλάδα όταν ήταν σκορποχώρι. Ήταν μια χώρα που τον κάλεσε, του είπαν έλα. Επομένως, είναι θετικό να σε προσκαλεί ένας λαός και να σου λέει έλα. Μετά, το ότι υπήρξε νικητής σε όλους τους πολέμους, αν το δουμε με τη στυγνή έννοια. Α΄ παγκόσμιος πόλεμος : με την πλευρά των νικητών. Στους Βαλκανικούς πολέμους το 1912, ήταν πάλι με την πλευρά των νικητών. Συνθήκες σημαντικές αλλά και λάθη μεγάλα. Ποια ήταν αυτά: αρχικά, η αποστολή εναντίον των Μπολσεβίκων τριών αν θυμάμαι μεραρχιών να πολεμήσουν στην Ουκρανία όπου δημιουργήθηκαν πολλές συγκρούσεις με τους Γάλλους, τους κατ’επίφαση συμμάχους μας. Ο άνθρωπος αυτός (ο Βενιζέλος) έκανε λάθος γιατί ήταν εντολοδοτημένος από την Αντάντ. Το δεύτερο λάθος του ήταν ότι όταν βρέθηκε στη Μ.Ασία δεν κράτησε το πνεύμα των Ελλήνων, το οριοθέτησε γύρω από μια μεγάλη ιδέα επεκτατισμού. Η Ελλάδα δεν είχε ανάγκη από επεκτατισμό, είχε ανάγκη από συνύπαρξη. Οι μεγάλες ιδέες μας κατέστρεψαν.
Ε.Α: Σκηνοθετικά, μπορώ να πω ότι εντυπωσιάστηκα βλέποντας τη συνάντηση του Βενιζέλου με τον Κεμάλ. Ο λόγος για τη λεκτική αντιπαράθεση που αναπτύσσεται μεταξύ τους αλλά στα πλαίσια της ευγένειας.
Γρηγόρης: Η βασική μου θέση όταν σκηνοθετείτο το έργο ήταν εκείνο που είχα ζητήσει με τη μορφή της αναγκαιότητας από τον κύριο Μόρτζο, να μην υπάρξει δηλαδή μεταξύ Κεμάλ και Βενιζέλου μια κόντρα αγένειας. Γιατί ο Βενιζέλος τον εκτιμούσε τον Κεμάλ όσο και αν μας φαίνεται άσχημο αυτό. Ήταν μια συνάντηση αρχηγών κρατών. Και συναντήθηκαν όχι για να πλακωθούν αλλά για να δώσουν μια λύση. Και δόθηκε μια λύση στα όρια του εφικτού. Έβαλα σημειολογική ερμηνεία, ο Κεμάλ να μιλάει από θέση ισχύος. Θα ήθελα να ευχαριστήσω το Γιάννη Μόρτζο, έναν σπουδαίο θεατράνθρωπο, ο οποίος με εμπιστεύτηκε και μου έδωσε τη δυνατότητα να γράψω το θεατρικό Ελευθέριος Βενιζέλος το οποίο πάει πολύ καλά. Να πω επίσης ότι δεν άλλαξε το κείμενό μου και αυτό είναι ίδιον των ανθρώπων που έχουν θεατρική παιδεία, όπως αυτός από το θέατρο του Καρόλου Κουν.
Ε.Α: Όσον αφορά το Αιώνιο ζευγάρι, τι πρόκειται να δουμε επί σκηνής;
Γρηγόρης: Το Αιώνιο ζευγάρι ξεκίνησε με το να γράψω ένα έργο επάνω σε έναν φίλο μου χορευτή και χορογράφο αλλά να είναι με τον τίτλο: Ο σπασμός του Χρόνου. Όμως σκέφτηκα εκ των υστέρων ότι θα ήταν καλό να κάνουμε μια θεατρική παράσταση και όχι μια performance. Στο αιώνιο ζευγάρι, ο Χρόνος είναι ο χορευτής- χορογράφος. Είναι αυτός που παρατηρεί και επικρίνει τους πάντες. Έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο στα πάντα. Την ώρα που αποφασίζει να μιλήσει, παγώνουν οι άλλοι δύο και χορεύει το χορό του χρόνου πάντα με σημειολογική και συμβολική σημασία. Ερμηνεύει τα ειπωθέντα από τους άλλους, το Θάνατο και τη Ζωή. Μια ατέλειωτη σύγκρουση μεταξύ της Ζωής και του Θανάτου. Αυτή η σύγκρουση είναι αιώνια.
Ε.Α: Δεν είναι παράδοξο το ότι η Ζωή και ο Θάνατος γίνονται ζευγάρι για τη σκηνή;
Γρηγόρης: Ναι. Προσπαθώ να λειτουργώ με ανατροπές. Δεν ξέρω αν το πετυχαίνω, δεν μπορώ να ζήσω μια ζωή συμβατική, δεν μπορώ να κάνω συμβατικό θέατρο. Θέλω να ζω μέσα στο έμψυχο υλικό αυτού που λέγεται ζωή. Είμαι ανίκανος να κάνω τον κόσμο καλύτερο. Ο κόσμος καλυτερεύει μέσα από μας, όταν κοιτάξεις το είδωλό σου στον καθρέφτη.