Γράφει η θεατρολόγος Ελένη Αναγνωστοπούλου
Η ονειρώδης Λιαλιώ του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη παίρνει σάρκα και οστά…. στο θέατρο Αλκμήνη.
Στο θέατρο Αλκμήνη ανεβαίνει για δεύτερη συνεχή χρονιά, η Νοσταλγός, ένα διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Τοποθετούμαστε χρονολογικά στη στροφή του αιώνα, τέλη 19ου με αρχές 20ου. Ταξιδεύουμε πίσω στο χρόνο και εξετάζουμε μια πραγματικότητα τελείως διαφορετική από αυτήν που γνωρίζουμε, σχεδόν παραμυθική. Η κεντρική ηρωίδα, η Λιαλιώ είναι αφηγήτρια εξωδιηγητική-αυτοδιηγητική. Εξωδιηγητική γιατί περιγράφει από την αρχή, τα γεγονότα που ξετυλίγουν την ιστορία. Αυτοδιηγητική διότι είναι ένα από τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στην εξέλιξη της πλοκής.
Τα σκηνικά της Λένας Λέκκου είναι λιτά και μας παραπέμπουν στην ομορφιά της απλότητας. Τα σκαλιά λειτουργούν σημειολογικά ως προβλήτα του λιμανιού, λειτουργούν επίσης και ως μπαλκόνι στο οποίο στέκεται ολομόναχη η Λιαλιώ παρατηρώντας τη φύση και γενικώς τον έξω κόσμο. Η ηρωίδα εγκλωβίζεται σ’ένα γάμο που δεν επιθυμεί και δεν της ταιριάζει. Ο εγκλωβισμός τυπικά, ξεκινάει από τη στιγμή που ο γηραιός σύζυγός της Μπαρμπα-Μοναχάκης την παίρνει από τους δικούς της ώστε να ζήσουν μαζί στα ξένα. Η κοπέλα φαίνεται ότι δεν είναι έτοιμη για κάτι τέτοιο, διότι η ψυχοσύνθεση και ο τρόπος συμπεριφοράς της, θυμίζουν μικρό κοριτσάκι.
Η παιδική της αφέλεια υποδηλώνεται μέσω της ενδυματολογικής επιλογής που επιμελείται η Ιωάννα Τιμοθεάδου. Το λευκό χρώμα του φορέματος και των παπουτσιών της υποδηλώνουν την αγνότητα, την καθαρότητα της ψυχής της. Τα μαλλιά της πλεγμένα σε κοτσίδα δηλώνουν ότι μέσα της αισθάνεται μικρότερη από όσο είναι πραγματικά. Τη Λιαλιώ σε νεανική ηλικία υποδύεται η Μαρία Λογοθέτη με μια αγνή ευθραυστότητα. Είναι μια ονειρική μορφή που γοητεύει επειδή φέρει το στοιχείο της ελπίδας μέσα από τη νοσταλγία που τη διακατέχει για τον τόπο καταγωγής της. Ο Δημήτρης Λιόλιος ενσαρκώνει την ευγενική φυσιογνωμία του νεαρού Μαθιού με απλότητα και γλυκύτητα στις εκφράσεις του. Άλλοτε δυναμικός όπου χρειάζεται και άλλοτε ήρεμος, παρατηρεί την συνταξιδιώτισσα που του έχει κλέψει την καρδιά.
Τη Λιαλιώ σε ώριμη ηλικία ενσαρκώνει η Αριέττα Μουτούση. Είναι μια θεατρική φιγούρα που κερδίζει αμέσως το βλέμμα του θεατή. Σε κερδίζει διότι προσεγγίζει το ρόλο με απλότητα. Συγκεκριμένα, η σκηνή που κερδίζει τις εντυπώσεις είναι όταν η νεαρή Λιαλιώ κουρνιάζει στην αγκαλιά του ώριμου πλέον εαυτού της και τραγουδούν μαζί το δίστιχο που αναφέρεται στην πατρίδα. Εδώ, πρόκειται για τη στροφή της ηρωίδας στο εσώτερο εγώ της. Καθώς θυμάται και διηγείται τα γεγονότα από την αρχή “αγκαλιάζει” τον εαυτό της και τον παρηγορεί. Η Λιαλιώ δεν νοσταλγεί μόνο την επιστροφή της στην πατρίδα. Νοσταλγεί και όλα όσα προηγήθηκαν μέχρι να φτάσει στον προορισμό της.
Ο Θοδωρής Κατσαφάδος υποδύεται το Μπαρμπα-Μοναχάκη με μετρημένη σοβαρότητα. Τα πλάνα του Δημήτρη Γκότση αποτυπώνουν αριστοτεχνικά το υγρό στοιχείο και τα αργά βήματα του ήρωα στο φυσικό τοπίο. Σκιαγραφούνται εύγλωττα, τα ήθη της εποχής, διά στόματος του ίδιου του Μοναχάκη. Σημειολογικά. το άναμμα του κεριού στην εκκλησία σημαίνει ότι προσεύχεται να βρεθεί η σύζυγος του. Δεν κρύβει όμως την ευρύτερη ανησυχία του για τη νεαρή κοπέλα. Πίσω από το αυστηρό του προσωπείο κρύβεται ένας άνδρας που θέλει να προσφέρει πατρική ασφάλεια και σιγουριά. Ανησυχεί για την ίσως επικείμενη κατακραυγή και σχολιασμό της κοινής γνώμης απέναντι στην ξαφνική φυγή της κοπέλας.
Η μουσική του Δημήτρη Λαμπριανού είναι νοσταλγική ,όπως αρμόζει στο κλίμα που επικρατεί στο έργο. Εξελίσσεται σε δυναμικό κρεσέντο όταν ξεκινάει η καταδίωξη της σκαμπαβίας που προσπαθεί να φτάσει τη μικρή βαρκούλα των δύο νέων. Την κινησιολογία επιμελήθηκε με τρόπο φροντισμένο η Εριφύλη Στεφανίδου. Οι ήρωες κινούνται στον αναπαριστώμενο χώρο σαν να μην υπάρχει τέλος. Ανάλαφρες κινήσεις εναλάσσονται με δυναμικές-κοφτές όταν ο χρόνος μετστρέπεται σε στενό κλοιό γύρω από τους ήρωες.
Η σκηνοθεσία της Άννας Παπαμάρκου απέδειξε ότι για μια ακόμα φορά, το ανέβασμα του Παπαδιαμάντη επί σκηνής είναι προσεγμένο και άκρως θεατρικό. Αφουγκράστηκε την ψυχολογία των ηρώων με ακρίβεια. Ευαισθητοποιημένη δουλειά που έδειξε σεβασμό στο κείμενο και διατήρησε τη σκιαθίτικη ντοπιολαλιά του συγγραφέα. Τέλος, θα ήταν παράλειψη να μη γίνει αναφορά στη λειτουργία του υγρού στοιχείου. Ειδικότερα, το μοτίβο της θάλασσας εμφανίζεται συχνά στα διηγήματα του Παπαδιαμάντη. Στη Νοσταλγό, η θάλασσα θεωρείται μέσο διαφυγής. Η θάλασσα μοιάζει να βρίσκεται με το μέρος της Λιαλιώς και τη βοηθάει να επιστρέψει χωρίς κόπο στους δικούς της. Η θάλασσα κρύβει ηρεμία και άλλοτε ζωντάνια. Αποτυπώνεται εύστοχα, το αχνό κύμα με τους φωτισμούς της Ελευθερίας Ντεκώ.
Καταλήγω στο εξής συμπέρασμα: σε καιρούς οικονομικής δυσχέρειας, ξεπροβάλλουν δειλά-δειλά αξιοσημείωτες θεατρικές παραγωγές. Η ευαισθητοποίηση είναι ένα κομμάτι που αναγεννάται και είναι αναγκαία στα σημεία των καιρών. Και φαίνεται πως ήρθε για να μείνει. Κυρίως, να διδάξει οτι οι συλλογικές προσπάθειες είναι εκτιμητέες και αξιοθαύμαστες όταν προέρχονται από κόπο κα σκληρή δουλειά.
Πληροφορίες για την παράσταση θα βρείτε εδώ.