Συνέντευξη με τον ηθοποιό Γιάννη Κωσταρή
31 Ιανουαρίου 2018
Συνέντευξη με τον stand up comedian Χριστόφορο Ζαραλίκο
3 Φεβρουαρίου 2018
Προβολή όλων

Συνέντευξη με τον Βαγγέλη Παπαδάκη

Ο Βαγγέλης Παπαδάκης σπούδασε Αρχιτεκτονική και Θέατρο στη Γαλλία με μεταπτυχιακές σπουδές στην Τέχνη και την Αρχιτεκτονική. Είναι ιδρυτικό μέλος της ομάδας 7 κι έχει σκηνοθετήσει τις παραστάσεις «Ο Γλάρος, μια ταινία σε εξέλιξη», «Α little dream» μια χοροθεατρική σολο performance, «Χρονομηχανή Καβάφης», «Plastic People» (devised theater) και «Mην Σκοτώνεις τους Αγγέλους» στα πλαίσια του Άδειου Χώρου στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Έχει συμμετάσχει ως ηθοποιός στις παραγωγές της ομάδας ενώ έχει πρωταγωνιστήσει σε παραστάσεις κλασσικού και σύγχρονου ρεπερτορίου και performances σε σκηνοθεσία των Μαριάννα Λαμπίρη, Γιώργου Σαχίνη, Κωνσταντίνου Αρβανιτάκη, Άννας Τσίχλη, Peader Kirk, κ.α. Συνεργάστηκε με την Λυδία Κονιόρδου ως βοηθός σκηνοθέτης στις παραγωγές του Εθνικού Θεάτρου «Ιππόλυτος» και «Ο Σιμιγδαλένιος» ενώ συμπρωταγωνιστήσανε μαζί στην παράσταση «ο Βασιλιάς της Ασίας» σε κείμενα του Γιώργου Χειμωνά και σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Χατζή. Ως live performer συμμετείχε στο site specific project της ομάδας Όχι παίζουμε/ Urban Dig, «Dourgouti Island», ενώ παρουσίασε την solo performance του “to my unborn child”, στην εικαστική έκθεση OUTopias, στο Μουσείο Μπενάκη. Έχει αναλάβει τα σκηνικά και κοστούμια σε παραστάσεις θεάτρου και χορού και χορογράφησε την χοροθεατρική σόλο performance «Ξέν(ο)ια» στα πλαίσια του Music in Motion Festival 2016. Αυτή την περίοδο, τον συναντάμε στο θέατρο Από Μηχανής όπου και μας μιλάει για μια έναρξη μιας παράδοξης σχέσης: Συναισθηματικής.

Ο Βαγγέλης Παπαδάκης σε μια αποκλειστική συνέντευξη στο Τρίτο Κουδούνι και στην Ελένη Αναγνωστοπούλου.


Ε.Α: Καλησπέρα. Όπως θα έχετε καταλάβει, βρίσκομαι στο θέατρο Από μηχανής. Συνομιλητής μου σήμερα είναι ο Βαγγέλης Παπαδάκης. Θα συζητήσουμε για τη συμμετοχή του και τις σκηνοθετικές παρεμβάσεις του στην παράσταση: Μια πορνογραφική σχέση.

Βαγγέλης: Καλησπέρα.

Ε.Α: Αρχικά, να ξεκινήσουμε με κάποιες αναφορές ως προς την υπόθεση του έργου.

Βαγγέλης: Είναι μια ιστορία δύο ανθρώπων, άγνωστων μεταξύ τους, οι οποίοι συναντιούνται προκειμένου να ικανοποιήσουν μια σεξουαλική φαντασίωση, η οποία δεν αποκαλύπτεται ποτέ μέσα στο έργο. Και όντως, συμβαίνει αυτό. Συναντιούνται σ’ένα καφέ, ξανασυναντιούνται, δεν ξέρει κανένα προσωπικό στοιχείο ο ένας για τον άλλον και κάποια στιγμή απλά το ένα φέρνει τ’άλλο και κάνουν πια έρωτα φυσιολογικά. Εκεί τα νερά ταράζονται και τα πράγματα παίρνουν διαφορετική τροπή πλέον.

Ε.Α: Είπες ότι κάνουν έρωτα «φυσιολογικά». Πως ορίζεται το φυσιολογικό, ακόμα και στον έρωτα;

Βαγγέλης: Αυτή είναι η ανατροπή μέσα στο έργο. Αυτοί ξεκίνησαν μια σχέση, ικανοποιώντας κατευθείαν μια σεξουαλική φαντασίωση. Αυτή η φαντασίωση για τον κόσμο, φάνταζε τρομακτική. Το «φυσιολογικό» για αυτούς ήταν η φαντασίωση. Το να κάνουν έρωτα φυσιολογικά στην περίπτωση τους είναι πολύ πιο επικίνδυνο και ενδεχομένως απειλητικό.
Ε.Α: Δώσε μου μερικά στοιχεία σχετικά με το ρόλο που υποδύεσαι.

Βαγγέλης: Αυτός ο ρόλος έχει το εξής πολύ ενδιαφέρον: ότι θα πρέπει να είναι ο οποιοσδήποτε άνθρωπος σήμερα, δεν έχει ιδιότητα επαγγελματική, δεν έχει όνομα. Οπότε στην ουσία το μόνο που αντιλαμβανόμαστε είναι η επιθυμία του και αυτή η σχέση που αναπτύσσει με τη συγκεκριμένη γυναίκα. Ο ίδιος αναμετριέται με ανασφάλειες και φοβίες έπειτα από αυτή την συνεύρεση. Είναι ένας άνθρωπος ο οποίος σαφέστατα διακατέχεται από ευγένεια. Έχει ένα υψηλό πολιτιστικό επίπεδο. Έφτιαξα ένα προφίλ για αυτόν τον άνθρωπο- ένας πολύ μοναχικός άνθρωπος- στην πραγματικότητα όπου έχει ιδιαίτερη σχέση με τους ανθρώπους. Οι άλλοι άνθρωποι είναι για αυτόν ένα αίνιγμα. Διαβάζει πολύ, βλέπει πολύ κινηματογράφο, τους ανθρώπους εκεί τους καταλαβαίνει γιατί τα πράγματα είναι πιο απλά και εξηγούνται ενώ στην πραγματικότητα δεν τα έχει καταφέρει τόσο καλά. Έχει το σθένος να είναι ελεύθερος στο μυαλό, στο πνεύμα και στην επιθυμία και να τολμήσει μαζί της κάτι που είναι εντελώς ανατρεπτικό, αλλά συναισθηματικά είναι ακόμα κάποιος ο οποίος έχει φοβηθεί πολύ το συναίσθημα του. Και όταν φτάνει η έκθεση αυτού του πράγματος, υπάρχει πολύς φόβος και πολλή αγωνία. Αυτό που συνέβη σε αυτούς τους δύο είναι το ξεκλείδωμα, ο ένας διεισδύει στο συναισθηματικό κόσμο του άλλου.

Ε.Α: Πορνογραφική σχέση θα λεγόταν για το ευρύ φάσμα της κοινωνίας, μεταξύ τους έχουν δημιουργήσει κάτι ιδιαίτερο. Ίσως και κάτι πρωτότυπο, που ξεφεύγει από τα δεδομένα.

Βαγγέλης: Για αυτούς ήταν μια σχέση έρωτος.

Ε.Α: Ίσως πρωτόγονου αλλά με την έννοια του ακατέργαστου.

Βαγγέλης: Ναι γιατί στην πραγματικότητα όλα έχουν πάει ανάποδα. Δηλαδή, αυτοί γνωρίστηκαν πρώτα μέσα από το ζωώδες κομμάτι τους, μέσα από εντελώς σωματική επαφή και επικοινωνία. Σιγά σιγά αποκαλύφθηκε όλο το υπόλοιπο: να μπει ο ένας στο μυαλό του άλλου, στο συναίσθημα του άλλου, έγιναν αυτά αφού είχαν ολοκληρώσει και ικανοποιηθεί σεξουαλικά. Συνήθως, στις σχέσεις γίνεται ανάποδα. Γνωρίζεις τον άλλον, μαθαίνεις το όνομα του, μαθαίνεις για την οικογένεια του, τι δουλειά κάνει κλπ. Και σιγά σιγά, αρχίζει να ξετυλίγεται, να αποκαλύπτεται, να φεύγουν αυτά τα layers από πάνω σου.

Ε.Α: Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε το έργο επίκαιρο εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο δομήθηκε αυτή η σχέση; Συμφωνείς με αυτό;

Βαγγέλης: Θα έλεγα πως ναι, μπορεί να θεωρηθεί επίκαιρο. Θεωρώ ότι οι σεξουαλικές φαντασιώσεις πια δεν είναι κάτι τόσο απαγορευμένο. Είναι κάτι που κανείς μπορεί να έχει πολύ εύκολα πρόσβαση μέσω του διαδικτύου. Θεωρώ ότι αφορά πολύ μεγάλο μερίδιο κόσμου με αυτή την έννοια, παρολαυτά η δυσκολία του τύπου: δύο άνθρωποι να απογυμνωθούν, να εκτεθούν και να συναντηθούν σ’ένα άλλο επίπεδο είναι πάντα και ζητούμενο αλλά και πάντα έχει κάτι που φαντάζει τρομακτικό και δύσκολο. Την ίδια στιγμή που το θέλουμε όλοι μας αυτό το πράγμα. Αυτό παραμένει διαχρονικό σαν ανθρώπινο αίτημα. Όμως το κομμάτι της δομής που αναφέρεις, γύρω από το πώς σεξουαλικά η μια φαντασίωση ικανοποιείται, θεωρώ ότι ναι, ζούμε σε μια εποχή που υπάρχει αυτή η ευκολία. Και θέλω να πιστεύω ότι αυτή η ευκολία μπορεί να οδηγήσει και σε ένα ευρύτερο σμίξιμο των ανθρώπων.
Ε.Α: Ο λόγος μεταξύ των δύο ηρώων είναι αποσπασματικός και κοφτός. Φαινομενικά, θα μπορούσε να εντυπωσιάζει αυτή η διακοπή του λόγου, όμως πιστεύω ότι και στη ζωή μας έχουμε μάθει να λειτουργούμε λίγο πιο ρομποτικά και μηχανικά.

Βαγγέλης: Αυτός ο ρομποτικός τρόπος έκφρασης προκύπτει από την αδυναμία να διαχειριστούμε το συναίσθημα μας. Και πολλές φορές, το συναίσθημα μπορεί να μας κάνει να πούμε πράγματα που δεν θα τα ελέγχουμε, πράγματα που θα βγουν ακατέργαστα και μπορεί να μας προκαλέσουν έκπληξη, αμηχανία ή πράγματα δυσάρεστα προς διαχείριση. Στην πραγματικότητα, καταλήγουμε να προσπαθούμε να καλουπώσουμε το συναίσθημα μέσα στη λογική και ο λόγος προκύπτει κοφτός και αποστασιοποιημένος.

Ε.Α: Σκηνοθετείς το έργο, το οποίο είναι για δύο άτομα, για δύο πρόσωπα. Ποιες αντικειμενικές δυσκολίες έχεις αντιμετωπίσει;

Βαγγέλης: Αρκετές θα έλεγα. Νομίζω ότι η βασική ήταν ότι δεν ήμουν απέξω στη διαδικασία του στησίματος που σημαίνει ότι δεν είχα με απόλυτη σαφήνεια την οπτική του σκηνοθέτη. Είχα την οπτική του σκηνοθέτη μέσα από τις αντιδράσεις των άλλων δηλαδή της βοηθού και της παρτενέρ μου. Οπότε εκεί, έπρεπε να εμπιστευτώ απόλυτα όχι πλέον εμένα αλλά τους άλλους. Αυτό σαν διαδικασία έχει ένα πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και μια πολύ μεγάλη αγωνία. Το άλλο είναι ότι η παρτενέρ μου φυσικά έχει ανάγκη να έχει έναν παρτενέρ- συμπαίκτη που θα έπαιζε μαζί της και θα αυτοσχεδιάζαμε και θα δημιουργούσαμε. Μέσα από εμπιστοσύνη και την τριβή, ο ένας με τον άλλον, κατακτήσαμε αυτό το ορόσημο των δύο χαρακτήρων και προέκυψε και το αποτέλεσμα της παράστασης. Μετά, ο ρυθμός, η ακρίβεια, το που θα μπει τι, πότε θα ανάψει τι, πότε θα σβήσει τι, εκεί ήταν τεχνική πρόβα δηλαδή γενική πρόβα έκανα στην πρώτη παράσταση. Εμπιστεύτηκα όλους τους συνεργάτες μου και θα ήθελα να τους αναφέρω: και τη Χριστίνα Δενδρινού που είναι η παρτενέρ μου και την Ιωάννα Χατζάτογλου που ήταν η βοηθός μας και τον Βασίλη Κλωτσοτήρα που έκανε τα φώτα. Τη Δήμητρα Λιάκουρα που έκανε τα σκηνικά και τα κοστούμια. Η Ίριδα Κυριακοπούλου ήρθε και βοήθησε πολύ με την κίνηση, να μας καθαρίσει πράγματα και να μας συντονίσει. Η μουσική της Σίσσυ Βλαχογιάννη…

Ε.Α: Υπέροχη.

Βαγγέλης: Την υπερευχαριστώ, είναι υπέροχη. Δηλαδή, ήρθαν και κούμπωσαν όλοι και όλοι δημιουργήσαμε ένα πνεύμα που θέλαμε να πετύχουμε και είναι σαφές σε όλους ποιο είναι το πνεύμα αυτό. Όλοι δουλέψαμε προς αυτή την κατεύθυνση και όχι ο καθένας ξεχωριστά. Αυτό είναι μια ικανοποίηση που δίνει η ομαδική δουλειά και η ομαδική συνεργασία. Μια παραγωγή, ένα έργο δεν είναι του σκηνοθέτη, έχει φύγει από τη μονάδα και ανήκει στο σύνολο. Αυτό είναι μονάδα από μόνο του.

Ε.Α: Μας υποδέχεστε επί σκηνής και οι δύο καθήμενοι στις καρέκλες και το μόνο που λείπει είναι μια κάμερα διότι απευθύνεστε στον κόσμο και λειτουργείτε σαν αυτόπτες μάρτυρες. Αυτή ήταν μια σκηνοθετική ιδέα προαποφασισμένη ή σας βγήκε αυθόρμητα;

Βαγγέλης: Αυτή ήταν η πρώτη μου παρόρμηση σκηνοθετικά, η πρώτη κίνηση. Για μένα, θα ήταν σαν να βλέπουν οι θεατές μια ταινία αλλά χωρίς αυτή την ευκολία της κάμερας, του live streaming κλπ, ώστε να υπάρχει αυτή η αμεσότητα και οι μνήμες να προκύπτουν σαν μια ροή μιας ταινίας, της οποίας την εξέλιξη τη βλέπουμε σταδιακά. Υπήρχε η ανάγκη να δημιουργηθεί το σασπένς: Και τι έγινε στο επόμενο επεισόδιο; Οπότε, πατάμε το play και βλέπουμε τι γίνεται στο επεισόδιο. Όλη η προσέγγιση ήταν κινηματογραφική και αυτό έχει ενδιαφέρον όταν το πλαίσιο είναι θεατρικό. Το να έχεις μια κινηματογραφική φόρμα σ’ένα θεατρικό πλαίσιο νομίζω ότι δημιουργεί μια δραματουργική ένταση και μια αντίθεση που μου φάνηκε ότι λειτούργησε τελικά.
Ε.Α: Οι ήρωες είναι ρομαντικοί;

Βαγγέλης: Εγώ πιστεύω ότι είναι βαθιά ρομαντικοί. Νομίζω ότι αυτή είναι και η δυσκολία τους, ότι δεν μπορούν να το ομολογήσουν αυτό το πράγμα ή δεν μπορούν να το διαχειριστούν κάπως μέσα από τις σχέσεις τους. Γιατί ο ρομαντισμός είναι κάτι κόντρα στην εποχή μας ενώ η σεξουαλική φαντασίωση είναι επίκαιρη που λέγαμε πριν. Ο ρομαντισμός παραμένει κάτι που είναι λίγο γραφικό πια χωρίς όμως να ισχύει απόλυτα αυτό.

Ε.Α: Πως ξεκίνησε και πως προχώρησε στην πορεία, η συνεργασία με τη Χριστίνα Δενδρινού;

Βαγγέλης: Με τη Χριστίνα Δενδρινού δεν είχαμε ξανασυνεργαστεί, κατ’αρχάς. Είμασταν φίλοι αλλά έπρεπε να αναμετρηθούμε με αυτό και μάλιστα με μια συνθήκη όπου δεν μπορούσαμε ούτε να κρυφτούμε ,ούτε να κοροϊδέψουμε. Έπρεπε να εκτεθούμε, και μεταξύ μας και σε δεύτερο στάδιο, να εκτεθούμε μπροστά στον κόσμο. Η Χριστίνα θεωρώ ότι είναι ένας πολύ ιδιαίτερος άνθρωπος, έκανε τη διαδικασία πολύ απλή. Παρολαυτά, πολλές φορές έπρεπε να συγκρουστούμε, πολλές φορές να διαφωνήσουμε γιατί έπρεπε πραγματικά να ρίξουμε εμείς οι ίδιοι σαν ηθοποιοί, τις άμυνες μας σε πράγματα και να αφήσουμε όλο αυτό το πράγμα μετά από κάποια στιγμή να μας διαπεράσει και να το εξωτερικεύσουμε. Πάντα ο ηθοποιός είναι ανασφαλής απέναντι σε αυτό, ειδικά όταν ο σκηνοθέτης δεν είναι απέξω να κοιτάζει αλλά είναι μέσα και παίζει. Αυτό που χάρηκα είναι ότι είμαστε και οι δύο, φανήκαμε γενναίοι σε αυτό, αφεθήκαμε και θα έλεγα ότι η Χριστίνα με παρέσυρε πολύ περισσότερο να αφεθώ και να εκτεθώ και να σμίξουμε «ερωτικά» σε αυτό το έργο.

Ε.Α: Θα ήθελες να μου μιλήσεις για κάποια επόμενη δουλειά που έχεις κατά νου; Κάτι που να είναι ανακοινώσιμο;

Βαγγέλης: Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει κάτι ανακοινώσιμο αλλά έχω πάρει φόρα τώρα και θέλω να κάνω επόμενες δουλειές. Οπότε θέλω να πιστεύω ότι πολύ γρήγορα θα υπάρξει κάτι ανακοινώσιμο. Θα είναι κάτι που θα συν- κινεί τους θεατές. Με ενδιαφέρει οι θεατές να μην είναι απλά παθητικοί δέκτες μιας κατάστασης αλλά να βάζουν τη δική τους σκέψη σε λειτουργία, να είναι ενεργοί ενώ παρακολουθούν.

Ε.Α: Εγώ θα κλείσω με την εξής εντύπωση που μου έχει δημιουργηθεί: να αγαπάμε όχι μόνο ο ένας τον άλλον αλλά πρωταρχικά να αγαπήσουμε τους εαυτούς μας.

Βαγγέλης: Αυτό είναι πολύ τρυφερό που λες. Αυτή είναι μια υπέροχη μορφή αγάπης.

Ε.Α: Σ’ευχαριστώ πολύ.

Βαγγέλης: Και εγώ Ελένη μου, να’σαι καλά.