Η Βένια Σταματιάδη είναι μια δυναμική γυναίκα. Σπούδασε Μέσα Μαζικής ενημέρωσης και έπειτα τελείωσε την δραματική σχολή στο θέατρο Τέχνης. Έζησε τρία χρόνια στο Παρίσι, όπου έκανε το μεταπτυχιακό Conservatoire national supérieur d’art dramatique πάνω στην υποκριτική. Σήμερα ζει στην Αθήνα και θα την δούμε στην παράσταση “No man’s Land” σε σκηνοθεσία Γιώργου Λύρα.
Η Βένια Σταματιάδη, σε μια αποκλειστική συνέντευξη στο Τρίτο Κουδούνι και στη Μαριαλένα Δογγούρη.
ΜΔ: Αυτήν την περίοδο θα σε συναντήσουμε στην παράσταση “No man’s land”, που παρουσιάζει το φεστιβάλ Γαλλικού ινστιτούτου στο ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης. Τι παράσταση είναι αυτή;
Βένια: Πρόκειται για την σύνθεση δυο μικρών έργων της Αλεξάνδρα Μπάντεα, μιας συγγραφέα Ρουμανικής καταγωγής, η οποία ζει στο Παρίσι και γράφει στα Γαλλικά. Έχει ως θέμα τα σύνορα και το “No man’s land” γύρω από τα σύνορα, δηλαδή την περιοχή που στην ουσία δεν έχει ταυτότητα. Είναι μια σύνθεση δύο δικών της θεατρικών κειμένων, το ένα είναι το “Aller retour” , που είναι η ιστορία δυο νέων Ρουμάνων, δυο νέων παιδιών 28 χρονών, την εποχή του Τσαουσέσκου, που επιχειρούν να περάσουν απέναντι από το Δούναβη στη Σερβία, και να ζήσουν εκεί ελεύθεροι και να μιλήσουν για όλα όσα συμβαίνουν στην χώρα τους. Το κορίτσι τα καταφέρνει να περάσει, το αγόρι όχι, και δέκα χρόνια μετά, το “retour” δηλαδή, συναντιούνται στην απέναντι πλευρά του ποταμού. Το άλλο έργο λέγεται “Βαρωσια 13 Ιουλίου” και έχει να κάνει με την Κύπρο. Διαδραματίζεται πάνω στην πράσινη γραμμή της Κύπρου και βλέπουμε δυο γυναίκες, η μία, η οποία έχει πάει εκεί ως αρχαιολόγος το 2014 για να βοηθήσει στην αναγνώριση των πτωμάτων από την εποχή της εισβολής. Γράφει mails στην αγαπημένη της περιγράφοντάς της τα όσα συμβαίνουν. Η άλλη κοπέλα έχει επιλέξει το 1974 να μην φύγει και να περιμένει τον αγαπημένο της, ο οποίος είναι Τούρκος. Βλέπουμε την αλληλογραφία τους, χωρίς να βλέπουμε τον αποδέκτη, σε άλλη εποχή και σε άλλο χρόνο.
Βένια: Πάρα πολύ επίκαιρο! Αυτή ήταν και η λογική. Το να φτάνεις ξένος σε έναν τόπο για διάφορους λόγους, πόσο μάλλον να φτάνεις κάπου με μια βάρκα, χωρίς να ξέρεις αν θα φτάσεις κιόλας. Να πηγαίνεις κάπου αλλού, να είσαι ξένος, να μην γνωρίζεις τη γλώσσα, αισθάνεσαι πως χάνεις την ταυτότητά σου. Νιώθεις πως δεν μπορείς να οριοθετήσεις εσύ ο ίδιος τον εαυτό σου. Σήμερα η Ελλάδα είναι μια τεράστια γκρίζα ζώνη. Υπάρχουν άνθρωποι που έρχονται και περιμένουν να πάνε κάπου άλλου, ξένοι εδώ και ξένοι εκεί, πού θα καταλήξουν; Από την άλλη έχουμε Έλληνες που φεύγουν και πάνε κάπου αλλού να βρουν κάτι καλύτερο, πάλι ως ξένοι.
ΜΔ: Όλη αυτήν την συνθήκη, το αίσθημα πως είσαι ξένος, πώς βγαίνει στην παράσταση;
Βένια: Νομίζω πως βοηθάει πάρα πολύ το ίδιο το σκηνικό, το οποίο αποτελεί ακόμα έναν ηθοποιό επί σκηνής. Το σκηνικό απεικονίζει τεράστια χαλάσματα που μέσα από αυτά βλέπουμε ανθρώπους να ζουν εκεί. Είναι τοίχος, αλλά έχει χαλάσει, έχει χάσει και αυτό την ταυτότητά του.
ΜΔ: Εσένα τι σε άγγιξε πιο πολύ σε αυτό το κείμενο, το οποίο μετάφρασες κιόλας;
Βένια: Νομίζω αυτό ακριβώς. Διαπραγματεύεται πολύ το κομμάτι του πόσο εύκολα ο άλλος γυρίζει τελικά πίσω. Φεύγεις, είσαι ξένος, αλλά μένεις κάπου 10 ή 20 χρόνια. Η επιστροφή είναι πάλι δύσκολη. Πάλι είσαι ξένος. Υπάρχει και μια ατάκα στο έργο που λέει “έχω ξεχάσει την γλώσσα μου”. Αυτό νομίζω με άγγιξε πιο πολύ. Οι ήρωες στο τέλος ηττούνται όλοι, αλλά δέχονται την ήττα τους.
ΜΔ: Πόσο εύκολο είναι να δέχεσαι την ήττα σου;
Βένια: Πάρα πολύ δύσκολο! Και να την δέχεσαι χωρίς να σου μένουν απωθημένα; Σχεδόν ακατόρθωτο. Μετά γίνεσαι ήρωας τραγωδίας. Ακόμα και όταν χάνουμε, έχουμε μια τάση να λέμε “ναι, αλλά δεν έφταιγα εγώ, έφταιγε η τάδε κακή συνθήκη, το σύστημα”.
ΜΔ: Εσύ, που έζησες στο Παρίσι παρατήρησες διαφορές ανάμεσα στο αθηναϊκό και το παριζιάνικο κοινό;
Βένια: Μια μεγάλη διαφορά που μου έκανε φοβερή εντύπωση και θαύμασα στους Γάλλους είναι ότι αυτοί δεν φοβούνται να πουν την γνώμη τους. Αν έρθει, για παράδειγμα, εδώ μια μεγάλη παραγωγή σε πολύ καλές συνθήκες, τύπου φεστιβάλ Αθηνών και είναι αντικειμενικά χάλια, έχουμε πολύ μεγάλο θέμα να πούμε πως ο τάδε που είναι μεγάλο όνομα δεν μου άρεσε, απέτυχε. Οι Γάλλοι δεν έχουν κανένα πρόβλημα να πούν τη γνώμη τους. Δε μασάνε. Από την άλλη νομίζω πως το κοινό εδώ βλέπει πιο πολύ θέατρο, ίσως επειδή το θέατρο στην Γαλλία είναι πολύ πιο ακριβό.
ΜΔ: Φέτος, θα σε δούμε και σε έναν άλλο ρόλο. Θα είσαι βοηθός σκηνοθέτη στην παράσταση “Καλιγούλας”, που θα παιχτεί στο δημοτικό θέατρο Πειραιά, με τον Γιάννη Στάνκογλου.
Βένια: Σε σκηνοθεσία της Αλίκης Δανέζη-Knutsen. Δεν έχω πολλά να σου πω γι’ αυτό, δεν έχουμε ξεκινήσει πρόβες ακόμα.
ΜΔ: Το “No man’s land” θα μετακομίσει από το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, στο Από Μηχανής θέατρο. Θα αλλάξει κάτι;
Βένια: Όχι είναι το ίδιο ακριβώς. Είναι διαφορετικός ο χώρος, οπότε τα σκηνικά θα στηθούν κάπως διαφορετικά, αλλά πέρα από αυτό θα είναι το ίδιο ακριβώς.
ΜΔ: Τι περιμένεις να αισθανθεί ο θεατής φεύγοντας από αυτήν την παράσταση;
Βένια: Λίγο να αισθανθεί τι σημαίνει να είσαι ξένος. Μεγάλο πράγμα και δύσκολο να βγει σε μια ώρα παράστασης. Να δει τα πράγματα λίγο από την πλευρά του άλλου.
Η συνέντευξη έγινε στην καφέτερια Jimmy’s Hall Ιπποκράτους 146