“BU21” στο θέατρο 104.. Συνέντευξη με τον ηθοποιό Βαγγέλη Σαλευρή
8 Δεκεμβρίου 2017MAKE A WISH ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΗΜΕΡΑΣ
8 Δεκεμβρίου 2017
Γράφει η θεατρολόγος Ελένη Αναγνωστοπούλου
Στη Νεκρή ζώνη του Χάρολντ Πίντερ θα βιώσεις την στατικότητα και την ακαμψία και θα έρθεις αντιμέτωπος με αλήθειες που δεν θα σ’ αρέσουν. «Νεκρή ζώνη» στο θέατρο Θησείον.
Την Παρασκευή, 1/12/2017 βρέθηκα στο θέατρο Θησείον και παρακολούθησα την παράσταση: «Νεκρή ζώνη». Πέρσι, ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή με το έργο του Πίντερ αφού είχα την τύχη να δω το Πάρτι γενεθλίων. Και ευχαριστώ που είχα αυτή την ευκαιρία να το δω διότι τώρα κατάφερα να μπω ευκολότερα στη συλλογιστική του συγγραφέα. Σε μια συνέντευξη που είχα κάνει την περασμένη χρόνια με αφορμή το Πάρτι γενεθλίων, κατάλαβα ότι πρέπει κανείς να δίνει σημασία σε αυτά που δεν λέγονται αλλά υπονοούνται. Ο Πίντερ δικαιώνει με τη γραφή του, αυτό που δεν καταλαβαίνεις. Η σιωπή παίζει μεγάλο ρόλο στα έργα του. Στην καθημερινότητα μας, είναι γεγονός ότι φοβόμαστε τη σιωπή διότι δεν έχουμε μάθει να την αποκρυπτογραφούμε.
Στη νεκρή ζώνη δεν υπάρχει ανανέωση. Η υπόθεση θα εξελιχτεί με δυσοίωνο τρόπο αφού δεν υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα ελπίδας. Οι ήρωες του Πίντερ χάνουν την ελπίδα τους και δεν προσδοκούν την ανανέωση και τη βελτίωση της υπάρχουσας θέσης τους. Έτσι, μπαίνουν σε τέλμα και δεν επιδιώκουν να δραπετεύσουν από τη ζοφερή τους πραγματικότητα. Οι ήρωες του Πίντερ έχουν κάτι το παγωμένο και ταυτόχρονα κάτι το απροσπέλαστο. Σε βάζουν στη διαδικασία να διερευνήσεις τι συμβαίνει με εκείνους. Μέχρι στιγμής, αισθάνομαι σαν να λύνω το κομμάτι ενός παζλ με τη διαφορά ότι το παζλ επιδέχεται διάφορες ερμηνείες και απαντήσεις. Στη νεκρή ζώνη, τον πρωτεύοντα ρόλο κατέχει η μοναξιά. Γύρω από τη μοναξιά του κεντρικού ήρωα του Χιρστ, θα δούμε να διαφαίνονται κοινωνικοπολιτικοθρησκευτικές απόψεις, συγκεντρωμένες κάτω από το πέπλο του υπαρξισμού. Η μοναξιά λοιπόν, μπορεί να αλλάξει άρδην την κοσμοθεωρία και τη συμπεριφορά του ατόμου. Ο άνθρωπος αγριεύει με τη μοναξιά και ξεχνά. Στην περίπτωση του Χιρστ, οι αναμνήσεις διαστρεβλώνονται. Ο Γιώργος Αρμένης υποδύεται τον Χιρστ, ο οποίος βιώνει μια μεταφορική σηψαιμία. Βρίσκεται στην κόψη της ζωής με το θάνατο. Πιστεύω ότι οι υπόλοιποι ήρωες που εμφανίζονται μπροστά του ότι είναι πιθανώς γεννήματα του μυαλού του. Κατά συνέπεια, δεν υπήρξαν ποτέ. Τους προσωποποιεί με τη φαντασία του ενώ κάνει την αυτοκριτική του φωναχτά. Βυθίζεται στο αλκοόλ και όσο πίνει για να ξεχάσει, τόσο περισσότερο θυμάται. Οι αναμνήσεις τον συντρίβουν.
Ο Αντώνης Καρυστινός υποδύεται τον Φόστερ. Χειμαρρώδης στα λόγια του, τραβάει την προσοχή του κοινού με τις κινήσεις και τις εκφράσεις του. Ο Γιάννης Στεφόπουλος έχω την εντύπωση ότι ενσάρκωνε την πραγματική συνείδηση του Χιρστ. Ο Αλέκος Συσσοβίτης ήταν η έκπληξη της βραδιάς. Ήταν ιδιαίτερα εκφραστικός και το πρόσωπο του «έπαιζε» χωρίς να μιλάει. Ενσαρκώνει τον Σπούνερ, έναν αποτυχημένο ποιητή. Είναι όμως η φωνή της λογικής μέσα στο έργο. Προσπαθεί με την παρουσία του να κατευνάσει τον ήδη ταραγμένο ψυχισμό του Χιρστ και να του φερθεί ως οικείο πρόσωπο. Το όνομα του βγαίνει από τη λέξη spoon που σημαίνει κουτάλι. Πάλι θα παραθέσω μια δική μου προσωπική εντύπωση: το κουτάλι είναι χρήσιμο σαν σκεύος διότι ανακατεύει καλά τα υλικά. Εδώ, έχει μεταφορική σημασία. Ο Σπούνερ αναδεύει τις αναμνήσεις του Χιρστ με σκοπό να τον απαλλάξει από τις ενοχές του.
Ο Κώστας Φιλίππογλου σκηνοθετεί την παράσταση και της δίνει έναν αέρα, ατμοσφαιρικό και ταυτόχρονα παγωμένο. Μας εισάγει στο σκοτεινό παρελθόν του Χιρστ, εντείνοντας το αβέβαιο κλίμα. Η Όλγα Μπρούμα ντύνει τα σκηνικά με νάιλον πλαστικό για να υποδηλώσει το στοιχείο του λερωμένου και πολυκαιρισμένου επίπλου. Δημιουργεί την ψευδαίσθηση της καταχνιάς όσον αφορά το ενδυματολογικό πλαίσιο των ρόλων. Οι χαρακτήρες δεν ζουν, περιβάλλονται από ομίχλη, έρχονται από άλλη πραγματικότητα. Στη νεκρή ζώνη, η μοίρα είναι καταδικασμένη να μείνει αμετάβλητη και άτεγκτη. Δεν υπάρχει άνθρωπος να σε ακούσει, δεν υπάρχει φωνή για να κάνει αντίλογο. Στη νεκρή ζώνη, το μόνο που σου επιτρέπεται να κάνεις, είναι να αργοπεθαίνεις χωρίς βοήθεια γιατί είσαι υπόδουλος παγιωμένων ιδεών που δεν μπορείς να αποτινάξεις. Η ζωή χάνει πλέον τη σπουδαιότητα της. Τα πάντα βυθίζονται σε ματαιότητα.
Ο Πίντερ εντάσσεται στην ευρεία κατηγορία που ονομάζεται: Θέατρο του Παραλόγου. Η ζωή ως ενέργεια και δράση βασίζεται στο παράλογο. Υπάρχει μια βασική διαφορά με τα νοήματα των κειμένων του Μπέκετ. Ο Μπέκετ θεολογεί και δίνει τις δικές του απαντήσεις στο υπαρξιακό ζήτημα που τόσο τον απασχολεί. Ο Πίντερ δεν δίνει λύσεις, ούτε απαντήσεις. Κάνει ερωτήσεις και διαπιστώσεις που αφορούν το σύνολο της κοινωνίας. Δέχεται την πραγματικότητα ως έχει, δεν προσπαθεί να την αλλάξει.