Το «Θέλω Μια Χώρα» του Ανδρέα Φλουράκη ταξιδεύει και πάλι στην Αμερική…
1 Δεκεμβρίου 2017
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΤΟ ΜΕΓΑΡΟ
5 Δεκεμβρίου 2017
Προβολή όλων

Βρεθήκαμε στην παράσταση «ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΓΚΑΖΙΟΥ»

Γράφει η ηθοποιός Έλλη Μασσαρά


Η παράσταση με τίτλο «Το φως του Γκαζιού» έκανε επίσημη πρεμιέρα στο Θέατρο Βεάκη σε σκηνοθεσία του Αλέξανδρου Κοέν. Το γνωστό έργο του Πάτρικ Χάμιλτον («Gaslight») γραμμένο το 1938, είναι μια ιστορία δράσης και μυστηρίου και χαρακτηρίζεται από δυνατά στοιχεία ψυχολογικού θρίλερ.

Η υπόθεση εκτυλίσσεται στο Λονδίνο του 1890, στο σκοτεινό σπίτι που η Μπέλλα Μπάνινγκαμ ζει με τον σύζυγό της Τζακ. Στο ίδιο σπίτι πριν από πολλά χρόνια δολοφονήθηκε η Άλις Μπάρλοου, η πλούσια θεία της Μπέλλα, η οποία είχε στην κατοχή της διαμάντια τεράστιας αξίας. Κάθε νύχτα όταν ο Τζακ - ο άντρας της Μπέλλα - πηγαίνει στην πόλη, η γυναίκα του μένει μόνη στο σπίτι και προσπαθεί να εξηγήσει τη μυστηριώδη εξαφάνιση αντικειμένων. Βήματα ακούγονται στον πάνω όροφο που είναι άδειος, και ο χώρος κατακλύζεται από αυξομειώσεις που έχει το φως του γκαζιού. Η γυναίκα αυτή έρχεται αντιμέτωπη με έναν εφιάλτη καθώς διαπιστώνει με τρόμο ότι ξεχνάει γεγονότα και σταδιακά οδηγείται στην τρέλα. Πολλά ερωτήματα γεννιούνται: Λογική ή παραφροσύνη; Η απειλή βρίσκεται όντως στη φαντασία της ή μήπως αυτό το σπίτι περικλείεται από σκοτεινά μυστικά; Τι ρόλο διαδραματίζει ο άντρας της; Η απροσδόκητη παρουσία του επιθεωρητή Ραφ θα ανασύρει αποκαλύψεις που θα ξεκαθαρίσουν το τοπίο και θα κλονίσουν τη σχέση του ζευγαριού.

Η Τάνια Τρύπη στο ρόλο της Μπέλλας, εντυπωσιάζει με το υποκριτικό της ταλέντο, καθώς αγγίζει την ιδανική ψυχοσύνθεση του χαρακτήρα και συνεπαίρνει τους θεατές με το δράμα που ζει. Ο Στέφανος Κυριακίδης, υποδυόμενος τον Τζακ, προσφέρει στο έργο ένα κύρος και μια επιβλητικότητα και παράλληλα ο Παναγιώτης Πετράκης πείθει ως αστυνομικός επιθεωρητής και ρίχνει φως στην υπόθεση. Ένα πέπλο μυστηρίου δείχνει να καλύπτεται και από τις υπηρέτριες Μελίνα Βαμβακά και Αλίκη Μπομποτά, που αποτυπώνουν με φυσικότητα και συνέπεια το ρόλο τους. Σκηνογραφικά και τεχνικά επιτυγχάνεται ο στόχος, καθώς το κλίμα και τα κουστούμια σε μεταφέρουν σε μια υποβλητική σκοτεινή ατμόσφαιρα ενός παλιού αρχοντικού.
Ένα σενάριο πολλών προδιαγραφών με εξαιρετικούς ηθοποιούς που ντύνουν ερμηνευτικά και σκηνοθετικά τους ρόλους με επαγγελματισμό και πείρα. Παρόλαυτά, σε αρκετές σκηνές απουσιάζουν οι εναλλαγές και συνεπώς το σασπένς που χρειάζεται για να υπάρχει η ίντριγκα που του πρέπει, με εμφανή σημάδια απαντήσεων των γρίφων που αναζητά ο θεατής, καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης. Με άλλα λόγια, η πλοκή στερείται εντάσεως και δραματικών κορυφώσεων, ώστε να αναδειχθεί κατάλληλα η θεατρική φύση ενός τέτοιου είδους.

Ένα φανερό παιχνίδι εξουσίας και επιβολής δύναμης, μέσα από πολλαπλές δολοπλοκίες και την καταπίεση του ανθρώπινου νου και της ψυχής, με σκοπό την υποδούλωση και την κυριαρχία του ΄ασθενούς φύλου’. Τη σύγχρονη κατάσταση που βιώνει η κοινωνία προσπάθησε να αποτυπώσει ο Κοέν εμπνευσμένος από το γνωστό θρίλερ. Αναμφισβήτητα, η όλη ανατροπή του έργου με το απρόσμενο τέλος δίνει την πρωτότυπη και ξαφνική νότα που υπολείπεται στη ροή του. Θεωρώ πως είναι το πιπεράτο στοιχείο που προσδίδει άλλη διάσταση στην όλη υπόθεση και σου αφήνει μια αμφίδρομη γλυκόπικρη αίσθηση