Η Μαρία Μπρανίδου αποτελεί μια ξεχωριστή φυσιογνωμία. Απόφοιτη της δραματικής σχολής του Ωδείου Αθηνών, έχει ασχοληθεί εκτενώς με το παιδικό θέατρο και το ψυχόδραμα. Ανάμεσα στις πολλές θεατρικές τις συμμετοχές αποτελούν οι παραστάσεις “έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα” σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μαυρικίου και στη παράσταση “η ηδονή της τιμιότητας” σε σκηνοθεσία Θανάση Παπαγεωργίου. Αυτή τη περίοδο την συναντάμε στη “Κλυταιμνήστρα;” του Ανδρέα Στάικου σε σκηνοθεσία Ζωρζίνας Τζουμάκα, στο θέατρο ΜΠΙΠ.
Η Μαρία Μπρανίδου σε μια αποκλειστική συνέτευξη στο Τρίτο Κουδούνι και στην Μαριαλένα Δογγούρη.
ΜΔ: Πες μας λίγα λόγια για τη παράσταση “Κλυταιμνήστρα;”.
Μαρία: Καταρχάς είναι ένα έργο που όσο και να σου φανεί παράξενο, γράφτηκε πριν από 42 χρόνια σχεδόν, όταν ο Ανδρέας Στάικος ήταν φοιτητής στο Παρίσι. Εμπνέεται από την “Ηλέκτρα” του Σοφοκλή, από την σχέση της Ηλέκτρας με τη μητέρα της. Μια σχέση πολύ δυνατή και συγκρουσιακή. Αλλά αυτή είναι η έμπνευση. Ο Στάικος το πάει πολύ πιο μακρυά. Το έργο ξεκινάει με δυο γυναίκες, δυο θεατρίνες, που βρίσκονται κάπου στη μέση του πουθενά, και προετοιμάζονται για να δώσουν μια παράσταση. Έτσι το έργο ξεκινάει βλέποντας αυτές τις δυο γυναίκες να παίζουν πολύ πιστά, σε παράφραση θα έλεγε κανείς, στο τέλος όμως χάνουν τα λόγια, αυτοσχεδιάζουν, μπερδεύουν το ρόλο με τον εαυτό τους. Στη ουσία παίζουν και ξαναπαίζουν την ίδια σκηνή με διαφορετικό τρόπο, άλλοτε κωμικά, άλλοτε κωμικοτραγικά, άλλοτε τραγικά, μελλοδραματικά κ.ο.κ.. Γυρνάνε γύρω από το άξονα θάνατο και έρωτα. Η Ηλέκτρα γύρω από το θάνατο και την εκδίκηση και η Κλυταιμνήστρα γύρω από τον έρωτα. Αλλά αυτά τα περσονάζ δεν μένουν πιστά στον άξονά τους, τα πράγματα ανατρέπονται. Και ενώ η Κλυταιμνήστρα παρουσιάζεται ως μια πολύ ερωτική γυναίκα, χειρίστρια των καταστάσεων, προς το tέλος βγαίνει μια πιο ευάλωτη και εύθραυστη πλευρά της , και το ίδιο συμβαίνει και με την Ηλέκτρα, που ενώ είναι καταπιεσμένη και θυμωμένη, στο τέλος ξεπηδάει από μέσα της ένα καταπιεσμένος ερωτισμός, και θέλει να πάρει τη θέση της μητέρας της, ως παρθένα – πόρνη.
ΜΔ: Πιστεύεις πως αυτά τα συναισθήματα υπάρχουν και στην αρχαία τραγωδία;
Μαρία: Μπορεί κάποια πράγματα από αυτά να υπονοούνται ή να υπάρχουν στο από κάτω κείμενο που λέμε εμείς στο θέατρο. Πιστεύω ότι η αρχαία τραγωδία έχει πιο συγκεκριμένο πλαίσιο και θέση. Ο Στάικος στην ουσία γράφει ένα μεταμοντέρνο έργο, και μάλιστα στην εποχή του πολύ επαναστατικό και πρωτοποριακό. Αυτός το πάει παρακάτω. Για παράδειγμα, ο Αίγισθος που είναι ο εραστής της Κλυταιμνήστρας, σε αυτό το έργο είναι και ο αγαπητικός της Ηλέκτρας, πράγμα που δεν το συναντάμε στην αρχαία τραγωδία.
ΜΔ: Τι σε δυσκόλεψε πιο πολύ στο να ερμηνεύσεις τη Κλυταιμνήστρα;
Μαρία: Η δυσκολία σε αυτό το έργο έγκειται στο ότι είσαι πάνω στη σκηνή χωρίς σταματημό για μια ώρα και είκοσι λεπτά, χωρίς ανάσα, και είναι ένα έργο έντονο τόσο σωματικά όσο και ψυχικά. Το κείμενο πρέπει να αναδειχτεί, καθώς βασίζεται πολύ στο λόγο.
ΜΔ: Αναδεικνύεται επομένως στο έργο ο ανταγωνισμός μητέρας και κόρης.
Μαρία: Ναι, πάρα πολύ! Έχουν έρθει άτομα στο θέατρο και έχουν εστιάσει πάρα πολύ σε αυτό, και μάλιστα γυναίκες που έχουν κόρες στην εφηβεία, τους αρέσει πολύ αυτό το στοιχείο. Υπάρχει όλη η γκάμα των συναισθημάτων σε μια τέτοια σχέση και υπογραμμίζονται πολύ στο έργο. Μεγάλος ανταγωνισμός, ζήλια, μίσος, αγάπη, εξάρτηση, ταύτιση. Υπάρχουν όλα αυτά τα συναισθήματα. Είναι ενδιαφέρον και από ψυχαναλυτική σκοπιά.
ΜΔ: Σκηνοθετικά που έχετε εστιάσει;
Μαρία: Αυτό που θα μπορούσα να πω εγώ είναι το να κάνουμε το έργο πιο ζωντανό, να αφορά το σημερινό θεατή. Και νομίζω πως η παράσταση καταφέρνει να κρατάει τον θεατή.
ΜΔ: Οι θεατές τι αντιδράσεις έχουν;
Μαρία: Είναι πολύ θερμοί και μου αρέσει που μου λένε πως συγκινήθηκαν. Πολλές γυναίκες αναφέρουν τη σχέση με την κόρη της. Έχουμε πολλά σχόλια. Έχουμε και ανθρώπους που το έχουν δει και δυο και τρεις φορές!
ΜΔ: Το θεατρικό σου ντεμπούτο το έκανες το 2002. Πόσο έχουν αλλάξει τα πράγματα στο θέατρο σε αυτά τα χρόνια;
Μαρία: Η αλήθεια είναι πως ήμουν τυχερή γιατί η πρώτη μου δουλειά ήταν στο εθνικό σε πολύ καλές επαγγελματικές συνθήκες, με πληρωμένες πρόβες, με μισθό κάθε μήνα στη τράπεζα. Νομίζω πως είναι και η πιο επαγγελματική δουλειά που έχω κάνει, όσο αφορά τις οικονομικές απολαβές. Το θέατρο σήμερα πάσχει από ημι επαγγελματισμό, ημιερασιτεχισμό, πως να το πω, από αυτή την αρρώστια. Είναι δεδομένο πως δεν πληρώνεσαι τις πρόβες, οι περισσότερες παραστάσεις πληρώνουν με ποσοστά. Φυσικά δεν μπορείς να ζήσεις μόνο από αυτό το επάγγελμα. Επιπροσθέτως οι ακροάσεις είναι ελάχιστες. Λείπουν οι παραγωγοί στο θέατρο, κάποιοι άνθρωποι που θα πιστέψουν σε μια ιδέα και θα ρίξουν λεφτά. Αυτό σήμερα το κάνει ο σκηνοθέτης ή οι ηθοποιοί ή μαζί.